Δευτέρα 28 Μαΐου 2007

Ο απένταρος φιλόσοφος...

Ο Θαλής ήταν μηχανικός απ’ τη Μίλητο. Γεννήθηκε το δεύτερο μισό του 7ου αι. π.Χ. από Φοίνικες γονείς! Άρα δεν ήταν Έλληνας… ένα το κρατούμενο!
Μόλις έφτασε σε ηλικία που ο άνθρωπος βάζει μυαλό, μπάρκαρε στο πρώτο πλοίο και σάλπαρε για Αίγυπτο και Μέση Ανατολή. Εκεί διδάχθηκε αστρονομία, μαθηματικά και ναυσιπλοΐα από Αιγύπτιους και Χαλδαίους ιερείς … δύο τα κρατούμενα!
Όταν γύρισε στην πατρίδα, η μητέρα του, η κερά Κλεοβουλίνη, βάλθηκε, όπως όλες οι μαμάδες, να αποκαταστήσει το γιο της! «Άσε με μάνα» της έλεγε εκείνος «είμαι μικρός ακόμη»! Όσο περνούσαν τα χρόνια οι πιέσεις αυξάνονταν. Οπότε κάποια μέρα, ο ώριμος πλέον Θαλής άλλαξε απάντηση: «τώρα με πήραν τα χρόνια, δεν μπορώ να παντρευτώ»! Κι όσοι τον ρωτούσαν γιατί δεν ήθελε ν’ αποκτήσει διαδόχους, απαντούσε: «από αγάπη για τα παιδιά»!
Την περίοδο εκείνη ο κλάδος των φιλοσόφων δεν είχε ακόμη εφευρεθεί! Έτσι, ο φίλος μας ήταν απλά ένας περίεργος τύπος που ονειροβατούσε! «Είναι τόσο καλός άνθρωπος» έλεγαν «αλλά χωρίς πρακτικό νου. Μπορεί να ναι μορφωμένος, αλλά τι να την κάνει την μόρφωση που είναι πάντα απένταρος;»…

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Σάββατο 26 Μαΐου 2007

Πάμε Μίλητο;

H Mίλητος τον 7ο και 6ο αιώνα π.Χ. ήταν η σημαντικότερη πόλη της Ιωνίας και ίσως ολόκληρου του κόσμου!
Είναι παρατηρημένο: το επίκεντρο της ιστορίας, της τέχνης, της επιστήμης, της στρατιωτικής ισχύος μετατοπίζεται αργά αλλά σταθερά ακολουθώντας την πορεία του ήλιου. Ξεκίνησε απ’ την Ανατολική Ασία, έκανε μια σύντομη στάση στα δυτικά παράλια της Μικράς Ασία, ξαπόστασε κάμποσο καιρό στην Ελλάδα, σάλταρε στη Ρώμη για να συνεχίσει στη Γαλλία και Αγγλία για να καταλήξει σήμερα στην Αμερική! Αύριο ίσως επιστρέψει στην αρχική αφετηρία, την Κίνα και την Ινδία…
Η αρχαία Μίλητος ήταν κάτι σαν τη σημερινή Νέα Υόρκη! Μοναδικό της θεό είχε το χρήμα. Απ’ τα λιμάνια της ξεκινούσαν κι έφταναν πλοία φορτωμένα με του πουλιού το γάλα: στάρι, λάδι, μέταλλα, πάπυροι, κρασί, αρώματα…
Χορτασμένοι οι Μιλήσιοι άρχισαν ν’ απομακρύνονται απ’ τις μυστικιστικές εκκλήσεις της κάθε θρησκείας κι άρχισαν να δραστηριοποιούνται σε πιο ορθολογικές και πρακτικές δραστηριότητες. Στην πόλη αυτή έγιναν οι πρώτες γνωστές μελέτες για τη φύση, την αστρονομία και τη ναυτική τέχνη.
Θα μπορούσαμε να φανταστούμε τη Μίλητο σαν ένα μεγάλο ηλιόλουστο σταυροδρόμι, γεμάτο ναυτικούς, εμπόρους, επιχειρηματίες. Σιγά-σιγά, από τούτο το σημείο της γης, αρχίζει να κάνει την εμφάνισή του ένα νέο περίεργο είδος ανθρώπου, οι φιλόσοφοι…

Δευτέρα 21 Μαΐου 2007

Τάματα...

Κάποιος απορούσε για τα πολλά αφιερώματα στο ιερό της Σαμοθράκης από ανθρώπους που είχαν σωθεί σε διάφορους κινδύνου...
Ο Διογένης του επεσήμανε: "Σκέψου πόσο πιο πολλά θα ήταν αν έκαναν αφιερώματα κι όσοι δεν σώθηκαν!"...

Πέμπτη 17 Μαΐου 2007

Η φιλοσοφία χρειάζεται το ... κωλοβαριλίκι της!

Αρχαία Αθήνα δεν ήταν μόνο η Ακρόπολη, ο Περικλής, ο μεγάλος εμπορικός και πολεμικός στόλος! Πάνω απ' όλα ήταν ένας συγκεκριμένος τρόπος να περνά κανείς τη ζωή του! Στην αρχαία ελληνική γλώσσα υπάρχει μια λεξούλα που δεν τη συναντάμε σε καμιά άλλη γλώσσα του κόσμου: "Αγοράζειν"...
Η λέξη αυτή θα μπορούσε να αποδωθεί στη νεοελληνική ως "κωλοβαριλίκι"! Όταν οι πρόγονοί μας έλεγαν "αγοράζω", εννοούσαν ότι πηγαίνουν στην αγορά για να "κόψουν κίνηση", να δουν τι λέει ο κόσμος, να συναντήσουν φίλους, να μιλήσουν μαζί τους κι αν τους "καθόταν"... ν' αγοράσουν ή να πουλήσουν κάτι...
Έβγαιναν από το σπίτι χωρίς συγκεκριμένο σκοπό και σουλάτσαραν στον ήλιο περιμένοντας νά ρθει η ώρα για το μεσημεριανό φαγητό. Η τροπική μετοχή "αγοράζων" περιγράφει τον τρόπο που βαδίζει όποιος "αγοράζει", δηλαδή το αργόσχολο περπάτημα με τα χέρια πίσω από την πλάτη και σε μια σχεδόν ποτέ ευθύγραμμη διαδρομή.
Ο ξένος που έφθανε στην Αθήνα συχνά εκπλήσσονταν βλέποντας ένα τέτοιο πλήθος πολιτών να βαδίζουν πάνω-κάτω στους δρόμους, να σταματούν κάθε δυο βήματα, να συζητούν μεγαλόφωνα για το τι είναι καλό και κακό, να ξαναξεκινούν για να σταματήσουν και πάλι μετά από μερικά μέτρα!
Ε, λοιπόν, η παγκόσμια φιλοσοφία οφείλει πολλά σ' αυτή την περιπατητική συνήθεια των προγόνων μας!

Δευτέρα 14 Μαΐου 2007

Σύγκρουση ματαιοδοξιών...

Ειν' αλήθεια πως ο Διογένης ο Κυνικός δεν πολυγούσταρε τον Πλάτωνα. Τον θεωρούσε φαφλατά, απεραντολόγο και ανερμάτιστο...
Προσκαλεσμένος κάποτε μαζί με άλλους φίλους στο σπίτι του Πλάτωνα, πατούσε πάνω στα ακριβά χαλιά και έλεγε: "Πατώ τη ματαιοδοξία του Πλάτωνα"!
Αλλά κι ο Πλάτωνας δεν έφηνε κουβέντα να πέσει:
- Ναι, Διογένη, με μια άλλη ματαιοδοξία όμως...

Τρίτη 8 Μαΐου 2007

Ο Σωκράτης α λα Ασκαρδαμυκτί!

Ήταν κακομούτσουνος. Κοντόχοντρος, ανασηκωμένη μύτη, ρουθούνια πλατιά, χείλη χοντρά, κοιλαράς και φαλακρός. Ίδιος σάτυρος! Όμως τότε ποια γυναίκα κοίταζε λεπτομέρειες; Αφ ενός ποιος τη ρώταγε… Αφ ετέρου με τόσους πολέμους που είχε μπλέξει η Αθήνα, όποια μπορούσε και είχε άντρα (οποιονδήποτε άντρα) ήταν σα να είχε πιάσει το τζακ ποτ!Έτσι βρήκε κι ο άνθρωπός μας γυναίκα να παντρευτεί κι ας ήταν η εξωτερική του εμφάνιση τέτοια που ούτε εταίρα δεν θα τον κοιτούσε… Την έλεγαν Ξανθίππη, αλλά δεν πρέπει να ήταν ξανθιά. Η καημένη η Ξανθίππη πρέπει να είναι από τις ποιο αδικημένες γυναίκες της ιστορίας. Ο ίδιος ο Ξενοφώντας την περιγράφει ως «οξύθυμη»! Αλλά δεν είχε ο Ξενοφώντας σύζυγο το Σωκράτη…Ο τρόπος ζωής του φίλου μας ήταν ασκητικός. Όχι ως απόρροια πενίας αλλά ως έκφραση της φιλοσοφικής του θεώρησης. Κυκλοφορούσε σα λέτσος! Ρούχα ψιλοκουρελιασμένα και φυσικά πάντα … ξιπόλητος! Φλύαρος όσο δεν έπαιρνε. Ήταν ένα από τα «νούμερα» της Αθήνας. Πάμφτωχος πολυλογάς, ρακένδυτος, πεινασμένος αλλά και ιδιαίτερα δημοφιλής. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό ήταν η τεράστια φυσική αντοχή του αλλά και ο ηρωισμός του στα πεδία των μαχών. Παροιμιώδης υπήρξε και η ψυχραιμία του. Όταν οι σύντροφοί του Αθηναίοι τρέχανε πανικόβλητοι να σωθούν μετά την ήττα στην Ποτίδαια, ο Σωκράτης στέκονταν αμέριμνος στο πεδίο της μάχης, δίπλα του πέρναγε σα σίφουνας το αντίπαλο ιππικό αλλά κανείς (κατά παράδοξο τρόπο) δεν του κάρφωσε το κοντάρι του…Ήταν μαθητής του Αρχέλαου που είχε μαθητεύσει δίπλα στον Αναξαγόρα. Την περίοδο εκείνη ήταν πολύ της μόδας η «κοσμογονία»! Κάθονταν δηλαδή οι φιλόσοφοι και στοχάζονταν με τα χρόνια προσπαθώντας να βρούνε τα συστατικά απ’ τα οποία δημιουργήθηκε ο κόσμος! Ο Αρχέλαος, π.χ., υποστήριζε ότι «το θερμό και το ψυχρό ήταν οι κυρίαρχες αιτίες των πάντων»… Κι ύστερα αναρωτιόντουσαν οι Αθηναίοι γιατί δεν έβρισκαν καρύδι άθραυστο σε όλη την Αττική!Αλλά οι φιλόσοφοι της εποχής είχαν κι ένα ακόμη «κόλλημα». Τη «γνωσιολογία»! Αναζητούσαν, δηλαδή, τις οδούς και τους τρόπους που οδηγούσαν τους ανθρώπους στη γνώση της αλήθειας! Τόνοι καρύδια έσπασαν και γι’ αυτό το ζήτημα! Υπήρχαν και φιλόσοφοι, μιλάμε τώρα για τα πολύ «βαριά πεπόνια», που διακήρυσσαν ευθαρσώς ότι «τα ξέρουν όλα»! Αυτοί αποτελούσαν τον εκλεκτό στόχο του φίλου μας. Τους περιελάμβανε με τις συνεχείς και εύστοχες ερωτήσεις του και τους έβγαζε νοκ άουτ. Δεν υπήρχε φιλόσοφος ή σοφιστής που να συζήτησε με τον Σωκράτη και στο τέλος να μην ομολόγησε ότι «δεν ξέρει τίποτα». Ο Σωκράτης ήταν ένας εξολοθρευτής του «ξερωολισμού»! Άλλωστε θεωρούσε ότι αυτή ακριβώς ήταν η θεϊκή αποστολή του: να αποδείξει στην ανθρωπότητα ότι δεν είναι δυνατή η κατοχή της σοφίας και της γνώσεως…Με την πολιτική δεν ασχολιόταν. Ισχυρίζονταν πως το μυστικό θεϊκό σημάδι που είχε μέσα του (το «δαιμόνιον») δεν του επέτρεπε να ασχολείται με πράγματα βλαβερά για τον ίδιο, όπως ήταν η πολιτική. Όμως ο Σωκράτης είχε κάποιες εκκρεμότητες με την Αθηναϊκή κοινωνία. Ενώ το «έπαιζε» μέγας παιδαγωγός, είχε την ατυχία κάποιοι απ’ τους μαθητές του να συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο των μεγαλύτερων ρεμαλιών της πόλης. Μαθητής του ήταν ο έκφυλος και προδότης Αλκιβιάδης, μαθητές του οι πρωταίτιοι της καταστροφής των «Ερμών κεφαλών», μαθητές του και οι αρχιτύραννοι Χαρμίδης και Κριτίας… Πώς, λοιπόν, να μην τον κατηγορήσουν κάποιοι κακεντρεχείς ότι «διαφθείρει τους νέους»; Δηλαδή, αν κάποιος από μας είχε μαθητές αυτόν που σκότωσε εν ψυχρώ στο Αγρίνιο πέντε ανθρώπους, τους ασφαλίτες που τσάκισαν στο ξύλο τον Κύπριο φοιτητή, τον πρώην πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού κλπ, τι θα λέγαμε; Δώστε του την έδρα της παιδαγωγικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών;Παραδόξως, στο μυαλό μου συνδέω στενά τον φίλο μας Σωκράτη με τον ήρωα της επανάστασης Καραϊσκάκη! Εντελώς άσχετοι, θα μου πείτε! Αμ δε… Προσέξτε πόσο μοιάζουν δύο κοινά στιγμιότυπα του βίου τους:Α) Ως γνωστόν και οι δύο σύρθηκαν κατηγορούμενοι ενώπιον της Δικαιοσύνης. Ο Σωκράτης για διαφθορά των νέων και εισαγωγή στην πόλη «καινών δαιμονίων», ο Καραϊσκάκης για προδοσία. Όταν τέλειωσε η ακροαματική διαδικασία της δίκης του Σωκράτη, τον ρώτησαν ποια ποινή θα ήθελε να του επιβάλλουν. Κι ενώ περίμεναν να τους προτείνει κάτι «ελαφρύ» ώστε να το αποδεχθούν και να τελειώσουν μ’ εκείνη την παρωδία, ο Σωκράτης τους αιφνιδίασε. «Όχι μόνο τιμωρία δεν πρέπει να μου επιβάλετε» τους είπε «αλλά να με ανακηρύξετε ευεργέτη της πόλης και να με σιτίζετε ισοβίως στο Πρυτανείο»! Η δήλωση αυτή συνιστούσε την απόλυτη γελοιοποίηση της εις βάρος του δικαστικής μεθόδευσης. Κάτι ανάλογο έκανε κι ο Καραϊσκάκης ενώπιον του στρατοδικείου. Όταν ο αρχιδικαστής φώναξε το όνομά του, μπήκε στην αίθουσα κουνάμενος-λιγάμενος, παριστάνοντας την «αδελφή»! «Πώς περπατάς έτσι Καραϊσκάκη;» τον ρώτησε ο Πρόεδρος. «Το χούι δεν κόβεται κυρ Πάνο» του απάντησε εκείνος. Κι ενώ το ακροατήριο ξεσπούσε σε γέλια, ο Καραϊσκάκης συνέχισε: «κι εσύ κυρ Πάνο είσαι ογδόντα χρονών αλλά το χούι να γαμείς δεν το κόβεις»!Β) Οι πραγματικοί φιλόσοφοι αποκαλύπτονται όταν βρεθούν αντιμέτωποι πρόσωπο με πρόσωπο με τον θάνατο. Και στον τομέα αυτό διέπρεψαν και ο Σωκράτης και ο Καραϊσκάκης. Όλοι γνωρίζουμε την ψυχραιμία του Σωκράτη λίγο πριν εκτελεστεί η θανατική του καταδίκη καθώς και την άρνησή του να δραπετεύσει. Λιγότεροι όμως ξέρουν τα τελευταία λόγια του Καραϊσκάκη. Αφού, λοιπόν, ο ήρωας είχε τραυματιστεί βαριά στη μάχη του Φαλήρου, μεταφέρθηκε στη Σαλαμίνα για θεραπεία. Εκεί, ο προσωπικός του γιατρός διαπίστωσε την αδυναμία αποκατάστασης της υγείας του και του δήλωσε: «δεν έχουμε ελπίδες καπετάνιο». Και τότε ο μεγάλος οπλαρχηγός είπε το αμίμητο, που αποτέλεσαν και τις τελευταίες κουβέντες του βίου του: «ε… τότε… άμα είναι έτσι… κλάστε μου τον μπούντζον»!

Παρασκευή 4 Μαΐου 2007

Διογένη εσύ σούπερ σταρ!

Ήρθε κι αυτός στην Αθήνα
απ' τη Σινώπη του Εύξεινου Πόντου.
Λέγαν πως ήταν "μεγάλη λέρα"!
Πως παραχάραξε το νόμισμα της πόλης του...
Είχε όμως και κάποιο ελαφρυντικό:
πριν κάνει τη λαμογιά συμβουλεύτηκε τους παπάδες!
Ρώτησε το Μαντείο των Δελφών αν έπρεπε να την κάνει...
Ο χρησμός τον προέτρεπε "ν' αλλάξει το πολιτικό νόμισμα"...
αλλά εκείνος -νέος κι άπειρος καθώς ήταν- δεν τον κατάλαβε,
κι αντί για πολιτικές αλλαγές,
έκοψε κάλπικη μονέδα!
Τού φυγε η "καλή" μές απ' τα χέρια
και να τώρα, μ' άδειες τσέπες, φθάνει διωγμένος στην Αθήνα.
Εδώ σύχναζε τότε κάθε κυνηγημένος, ξέμπαρκος, τυχοδιώκτης...
όλα τα καθάρματα κι οι φιλόσοφοι εδώ κατέφευγαν,
να βρουν την τύχη τους ή να τη χάσουν,
ν' αναπνεύσουν Δημοκρατία, να πιούν και να γλεντήσουν,
να ξεδώσουν στις πουτάνες
κι ύστερα να γραφτούν σε καμιά σχολή, για να σπουδάσουν κάτι!
Τι δηλαδή; Το τίποτα: Φιλοσοφία!
Δίδακτρα να πληρώσει ο φίλος μας δεν είχε,
πήγε σε μια σχολή στο Κυνοσάργους, στη χειρότερη των χειροτέρων,
που τη διεύθυνε ένας αναρχικός, ο Αντισθένης!
Ο δάσκαλος τον είδε τεμπέλη τζαμπατζή και τον απόδιωχνε...
μα ο φίλος μας επέμενε...
Κάποια μέρα που τον είδε νά χει τρουπώσει ανάμεσα στους μαθητές του,
σήκωσε τη μαγκούρα του να τον χτυπήσει!
Αλλά ο Διογένης δεν τά χασε: "όσες μαγκούρες κι αν σπάσεις πάνω μου
εγώ θά ρχομαι να σ' ακούω!"...
Κοντοστάθηκε ο δάσκαλος... "τι λέει τούτος δω; τέτοιες απαντήσεις δίνουν
τα στουρνάρια μου μετά από δέκα χρόνια!". "Μείνε!" του είπε...
Ο Διογένης δε δυσκολεύτηκε να εφαρμόσει τις χίπικες ιδέες του δασκάλου!
Μήτε περιουσία είχε μήτε σπίτι μήτε ανέσεις! Σιγά τη θυσία που θά κανε...
Άφησε γρήγορα τη σχολή και πήρε τους δρόμους.
Για να φάει, ζητούσε. Κι αν τού διναν έτρωγε...
Αν δεν τού διναν δεν έτρωγε! Ένας φιλόσοφος δεν πεινάει...
Οι πλούσιοι τρώνε όποτε θέλουν! Οι φτωχοί όποτε έχουν..
"Θα σας μάθω εγώ" έλεγε
"να έχετε λεφτά και νά στε φτωχοί,
να μην έχετε δεκάρα και νά στε πλούσιοι!"...
Πήγαινε συχνά στην Αγορά,
αγόραζε κουταμάρες και πουλούσε εξυπνάδες!
Ώρες-ώρες η Αθήνα τον στένευε...
για να ξεσκάσει έκανε εκδρομούλες
πήγαινε και στην Αίγινα σε φίλους πού χαν εξοχικά..
Σ' ένα ταξιδάκι έπεσε στα χέρια πειρατών...
τον πήγαν οι δουλέμποροι στην Κρήτη...
αλλά ποιος ν' αγοράσει έναν τέτοιο κακομοίρη!
"Μπορεί να μην κάνω για δούλος" έλεγε
"κάνω όμως γι' αφεντικό!"
Τελικά τον πήρε κοψοχρονιά ένας Κορίνθιος, ο Ξενίδης
και του ανέθεσε να διδάσκει τα παιδιά του.
Φαίνεται πως έμεινε ικανοποιημένος απ' τον φίλο μας...
"αγαθό πνεύμα έχει μπει στο σπίτι μου!" έλεγε...
Το χειμώνα ο Διογένης πήγαινε στην Αθήνα.
Γυρολόγος ήτανε, περιπλανόμενος φιλόσοφος,
σχολείο κινητό, σήμερα εδώ αύριο παραπέρα!
Πέθανε εκεί γύρω στα ενενήντα!
Άλλοι λεν πως έφαγε χταπόδι ωμό,
το καταβρόχθησε όπως ήταν!
Δόντια δεν είχε, τού κατσε πέτρα στο γεροντικό στομάχι,
τον πιάσαν οι κοιλόπονοι, δεν άντεξε και πέθανε...
Άλλοι λέγαν πως ένα κοπάδι σκύλων έτρωγε ένα χταπόδι,
απαίτησε κι αυτός το μερτικό του
μα ένα αγριόσκυλο του δάγκωσε το πόδι,
αφόρμησε η πληγή και πέθανε!
Άλλοι, τέλος, λένε πως πέθανε πιο φιλοσοφικά...
Κράτησε μόνος του την αναπνοή του και πήγε από ασφυξία!